ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

Wednesday, April 27, 2011



«Η άλλη ζωή...Με ρωτούν αν θέλω να υπάρχει άλλη ζωή. Να πω ναι; Έτσι στα τυφλά, ότι θέλω, χωρίς να δω ένα προσπεκτ τους, να συγκρίνω τιμές, αντιπαλότητες, μίση, να κρίνω πόση τελος πάντων ελευθερία, έμπνευση μου αναλογεί κι αν είναι να μην τολμώ να δαγκώσω ένα μήλο, να φιλήσω έναν Όφη ή να εμπνευστώ έναν Αδάμ, μάλλον δεν μ'ενδιαφέρει τέτοια άλλη ζωή.  Άσχετα όμως απο συμφέροντα, για μένα άλλη ζωή σημαίνει μόνο αυτό: παιδί χρονιάρικο πάλι, που δεν καλοπερπατάω ακόμα να πέφτω και να σηκώνομαι γατζωμένο στην ίδια φούστα αυτής εδώ της μητρικής μου ζωής » 

Κική Δημουλά


Τυχαία ξεφεύγει ένα απόσπασμα στα μάτια μου το βράδυ μιας περασμένης Παρασκευής. Μια «Κατερίνα» κυκλώνει τις ποιητικές εμμονές της ποιήτριας με ερωτήσεις, μιλάει λιγοστά, απολιθώνει το βλέμμα της με το φακό, συντρίβει το διάλογο με σιωπηλές ετικέτες. Η Δημουλά «πεθαίνει» , λέω, όπως τα λαβωμένα ζώα απο το θάνατο. Έπειτα είναι και κείνες οι ρυτίδες που αυλακώνουν την εικόνα, πρόσθετες, επιπόλαιες, επίμονες σα χειραφετημένες κλωστές πάνω στο προσωπό της. Η Δημουλά αιμορραγεί, αν όχι πεθαίνει. Καλά ως εκεί. Είναι αργά και η συνέντευξη παραμένει μισή. Λίγες μέρες αργότερα επιμένω ν'αγοράσω το dvd απο κάποιο βιβλιοπωλείο, θέλω να δω βρε αδελφέ, πως πεθαίνουν οι ποιητές μέσα σε μια συνέντευξη.

-Μήπως είναι ώρα να βάλω λίγο κραγιονάκι, Κατερίνα;
-Όχι...

-Όχι...Ούτε τώρα...Θα παραμείνω άχρωμη λοιπόν έως το τέλος της ταινίας.



Πόσο συνετή είναι η επανάληψη, γόνιμη και σχεδόν αφορίζει συναισθηματικά αποδέλοιπα, άχρηστα κομπιάσματα τη σκέψης.

Η Δημουλά, λοιπόν, δεν πεθαίνει. Παραμένει  αχρωμη ως το τέλος της ζωής της για να μου θυμίσει πως κατανάλωσε μπογιές και χρώματα στα ποιητικά της σκιρτήματα, στις διθυραμβικές της υπερρεαλιστικές εκστάσεις, στις δωρικές της κηλιδώσεις και στις ανατροπές των λέξεων που πιότερο ιχνηλάτησαν παρα υποτάγησαν. Όχι, δεν χαμογελάει κι ούτε διαλέγεται τον έρωτα κατα παρελθοντικές εποπτεύσεις. Τούτη τη φορά στιχοθετεί το θάνατο. Ελαφρώς θυμωμένη, κάπου-κάπου του προσφέρει τα τσιγάρα της -εξάλλου κάπου παράμερα μες τη κουζίνα της ανακλαδίζεται κι εκείνος- απορημένη με έναν διαρκή απ-(φ)ορισμό στη σκέψη να ανασσαλεύει τη γνώση - να την αναγκάζει πειθήνια να επιστρατευτεί την άγνοια. Όχι πως αγνόησα κάποιους συνειρμούς απόγνωσης. όμως, δικαιωμά της γιατί τόση και τόση σκέψη μελάνωσε τα ποιηματά της όλα τούτα τα χρόνια , πως να μην αφορμίσει η απόγνωση την υστεραία τούτη των μαχών;


Αρκεί να σφυρηλατήσει κανείς το βλέμα της , θα καταλάβει. Πως ο ποιητής γυρεύει μονάχα τούτη την ώρα να βολευτεί σε μια θάλασσα, ένα χέρι να τον στηρίξει στη κουπαστή κι έναν άνεμο να τον κυβερνήσει σε ταξίδι. Λιγοστό, όχι πιο πέρα απο τον ορίζοντα. Και τα ντουβάρια που τη κυκλώνουν μαζί με βιβλία, παράδοξα, στεγανά, μια ζακέτα ως το λαιμό, κορνίζες λησμονημένων προσώπων είναι εγκλωβισμοί. Ήθελα να φωνάξω στα χρόνια της, « αφήστε τη μια μέρα να τρέξει  σε μιαν αμμουδιά με μαύρα μαλλιά και λευκό φόρεμα, με κόκκινα χείλη με πληρωμή  τα ποιηματά της », αλλά φοβήθηκα το παραστράτημα της σκέψης πως πάλι με ύβρεις καταφτάνω εστεμμένη και σιώπησα.
Τελικά, την αφήσαμε  στο ίδιο δωμάτιο. Μονάχα μια στιγμή της συνέντευξης «έλειψε» για μια βόλτα μέσα στο αυτοκίνητο, πλάι στο παράθυρο κι έναν ήλιο καθρέφτη, να συσπειρώνει τριγύρω της ανατανακλάσεις. Δεν ήξερα πως οι ποιητές γερνούν. Κι όμως είναι ακόμη και τώρα η πιο όμορφη γυναίκα που είδα στη ζωή μου, και κάθε φορά η ίδια πειθαρχημένη επιθυμία μόλις την αντικρύζω, να στοιχηθώ στρατιωτικά μπροστά της με τον ίδιο στρατιωτικό χαιρετισμό. Κλαπ. Και το πόδι στο έδαφος. ( ... )


read more “ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ”

ΘΕΛΩ...

Tuesday, April 12, 2011

Την επιστράτευση κάποτε μιας αβαρίας που θα επικαλεστεί το δριμύ ξεπούλημα της συνείδησής μου.




*«avaria», αποτελεί όρο του Ναυτικού Δικαίου που απαντάται κυρίως στις θαλάσσιες μεταφορές, όπου κατά τη διεξαγωγή τους πολλές φορές καθίσταται αναγκαία, λόγω εκτάκτων καταστάσεων, η απόρριψη  μέρους του μεταφερόμενου φορτίου στη θάλασσα, προς ανακούφιση και διάσωση του πλοίου και του υπόλοιπου φορτίου. Παλαιότερα ο όρος περιελάμβανε και την αποκοπή των ιστίων (πανιών) των πλοίων (ιστιοφόρων) όταν αυτά δημιουργούσαν επικίνδυνη κλίση στο πλοίο.





read more “ΘΕΛΩ...”

Υ.Γ ΣΗΜΕΙΩΜΑ...

Thursday, March 24, 2011



Μεσημεράκι πάνω σε δρόμο του Χαλανδρίου τρέχω να προλάβω την καθυστέρησή μου, και δυο ραντεβού που τα φτάνω μονάχα με ελιγμούς. Με τα πόδια εγώ , το αυτοκίνητο περιμένει στο επόμενο τετράγωνο, να μια λακκούβα με το συμπάθειο μπροστά μου, θες η μυωπία, θες ο έρωτας, η μπότα απο δεκάποντη γίνεται επίπεδη σαγιονάρα και το τακούνι κάπου ανάμεσα στα χόρτα.

Επιπλέω κυριολεκτικά ανάμεσα σε ΄θάλασσες εγκεφαλικών, αφού κραυγή δεν έβγαινε απο το στόμα μου. Στα δεξιά μου ένας μουστακαλής Έλληνας εξηντάρης μ'ένα σφυράκι στο χέρι ανασκαλεύει ένα αμάξι του 80, με κοιτάει σα χάνος και προτού προλάβω να το βάλω στα πόδια έρπωντας( το ένα πόδι έχασκε στους δέκα πόντους και το άλλο σερνόταν) με γραπώνει απο το χέρι. « Πουθενά δεν θα πας...βγάλε το παπούτσι» Σηκώνει ο άτιμος απειλητικά το σφυράκι, ξυπολιάζομαι μες το δρόμο κι εκείνος μένει να καρφώνει το τακούνι σα τσαγκάρης στο γόνατο. Μου σκάει ένα χαμόγελο, φοράω
το ξεχαρβαλωμένο υπόδημα, του αφήνω ένα φιλί στο μάγουλο και φεύγω με καινούρια μπότα.


Γι'αυτό τον αγαπάω τούτον τον τόπο, γιατί αφήνει πάντα ένα σφυράκι στις γωνιές του να μερεμετίζει τις πληγές μου.
read more “Υ.Γ ΣΗΜΕΙΩΜΑ...”

KISS ME, KATE

Sunday, February 20, 2011

read more “KISS ME, KATE”

THE UMBRELLAS OF CHERBOURG

Monday, February 7, 2011





Η αφέλεια δεν δίδεται δωρεάν. Σκηνοθετείται και παίζεται. εαν είσαι ο ένας απο τα ελάχιστα εκατομμύρια που δικαιώνουν την ανθρωπότητα.   Οδ.Ελ.



«Οταν γράφω, γράφω σαν να ζωγραφίζω, σαν να χρωματίζω: πετάω μια πινελιά αριστερά, μια πινελιά δεξιά, λίγο στη μέση, σταματάω, ξαναρχίζω... Και πρέπει να γράψω κάποια πράγματα πρώτα για να πάψει να με καταπιέζει η λευκή σελίδα και να αρχίσω να γεμίζω τις τρύπες. Οπως βλέπετε, δεν είμαι του γραψίματος».   Ρομπέρ Μπρεσόν


Μερικά τετράγωνα μακρύτερα η σιωπή των τελευταίων ημερών. Μία απροσδόκητη απόδραση. Κι ένας ξαφνικός δαίμονας που χώθηκε ηθελημένα στη σκέψη. Να υποθέσεις σωστά πως ποτέ μου δεν τον ξόρκισα, άλλωστε πάντα αφήνω μια πόρτα ανοιχτή στον γυρισμό των άλλων σαν λάφυρο εκδίκησης. Ποτέ απο κατανόηση.

Κάπου , λοιπόν, σε ένα σταθμό κι ανάμεσα σε αδιάφορους βηματισμούς κάποιος μου φυλάει Μichel Legrand απο τα μεγάφωνα. Είναι εκείνο το ορχηστρικό πανδαιμόνιο  που κάποτε στεφάνωσε το κινηματογραφικό αριστούργημα του Ζακ Ντεμύ αρχές της δεκαετίας του 1960. Les Parapluies de Cherbourg Σε ένα σταθμό κάποιος στροβιλίζει ομπρέλες μπροστά στα μάτια μου. Ξαναθυμάμαι τη σκηνή στο τρένο, τον αποχαιρετισμό. Τα τρυφερά ενσταντανέ της ενζενί  Catherine Deneuve και του Nino Castelnuovo, το τελευταίο αντίο. Παράξενο πόσα χρώματα λησμονεί το παρόν και με πόση πλησμονή σε χορταίνει το χθες. Λοιπόν, κράτησε την απολογία μου αν θες, για το πόσο  απεχθής υπήρξε η σχέση μου με τον γαλλικό κινηματογράφο κάποτε. Τόσο, που κίνησε μια μέρα και ξεβράστηκε πάνω σε ερωτικούς ύφαλους οργής. Και αναποδογύρισε τη ζωή μου, λυτρωτικά.
Είναι τουλάχιστον παράτολμο να μπερδευτείς στα γρανάζια της «νουβέλ βαγκ» της εποχής και να αποστρέψεις το βλέμα κυνικά ή πεισματικά αναζητώντας άλλα κινηματογραφικά μινύρισματα. Κάπως σαν τον υπερρεαλισμό να θυμάσαι. Δεν τιθασσεύει η λογική την απελπισία του έρωτα.
Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 50, κατορθώθηκε να αποκτήσει ορμή εκείνο που ο Αλεξάντρ Αστρύκ είχε αναφωνήσει ως « κάμερα-στυλο» και που πρόδιδε την ανάγκη αποφυγής της νόρμας του παραδοσιακού κινηματογράφου και την προσήλωση σε μια νέα κινηματογραφική οπτική που θα μπορούσε να καταγράψει το κόσμο με όπλο τη γραφή. Τότε, δημιουργήθηκε ο κόσμος. Ένας κόσμος απέραντος, απλοικός που συνέταξε όλες τις κινηματογραφικές σκηνές μέσα απο το φακό της γραφής, μέσα απο φιλοσοφικά αναρωτήματα, βιογραφικά βιώματα και ιδεαλιστικές φιγούρες. Μια ανταρσία μιας οργισμένης γενιάς ,απείθαρχης στα δεδομένα, δίχως το παραμικρό ίχνος εμπειρίας αυτοσχεδίασε συντριπτικά και χαρτογραφήθηκε ως Νέο κύμα[ « nouvelle vague»] . Αλεν Ρενέ, Ζαν Λικ Γκοντάρ, Ζακ Ντεμύ, Φρανσουά Τρυφώ ίσως οι πιο σημαντικοί του κινήματος που τόλμησε  να διαπραγματευτεί με την ελευθερία και τη σκέψη, να αφορίσει κανόνες και ρήσεις.

Να επιστρέψω στον Ζακ Ντεμύ και τις ομπρέλες στην πόλη του Χερβούργου. Εκεί που τα χρώματα αναστέλλουν τις μεταπολεμικές φιγούρες και η τζαζ όπερα εγκαταλείπει τα ίχνη της με την πρόκληση να αναζητήσει κάποια στιγμή  ο θεατής τρόπο φυγής . Μάταια. Μια σκηνή που στο τέλος αφήνει παγωμένες ανάσες πάνω στα τζάμια ενός βενζινάδικου, ένας διάλογος στριμωγμένος μαζί με το παράπονο των πρωταγωνιστών κι είναι πράγματι ανεξήγητο πως ασθενούν τα λόγια πάνω στις περιγραφές. Να θυμάσαι πως στα έργα του αφήνει πάντα απομεινάρια απο τα περασμένα. Ταινίες που ειπώθηκαν λίγο πριν, όπως εδώ, αφήνει αιχμές για τη «Λόλα». Σαν όλα να είναι καμωμένα σε ένα δρόμο κι οι ήρωές του συναντιούνται και στοιβάζονται μέσα στον παραλογισμό των διαπιστεύσεων μιας πόλης. Συντετριμμένοι απο τα πάθη τους.

Κατηφορίζω που λες το σταθμό και η μουσική μπερδεύεται με τις ανακοινώσεις. Ο γαλλικός σινεμάς ( πάντα αρσενικό το γένος γιατί μόνο άντρας γεννάει τέτοια σοφία) διπλώνεται στα τυλιγάδια της θύμησης και δεν συζητιέται. Δεν κουβεντιάζεται. Κάποιες φορές φοριέται σαν γκρενά καμπαρντίνα στις πλάτες κι έχει γυρισμένα τα πατζάκια ή τρέχει αχόρταγα με ένα ποδήλατο στους δρόμους. Λυπάται για την φλυαρία το κορίτσι, αλλά σήμερα έμαθε πως η ζωή δεν είναι γαλλικός σινεμάς.
Καληνύχτα!

* Κάποια μέρα θα σου μιλήσω για τη σιωπή του Μπρεσόν και την ασκητική του. Αρκεί για σήμερα ένας έρωτας.
read more “THE UMBRELLAS OF CHERBOURG”

ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΣΕ ΒΛΕΠΩ (ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ)

Tuesday, February 1, 2011



Χωρίς να σε βλέπω χωρίς να σου μιλάω



χωρίς ν’ αγγίζω μια σκιά απ’ το βήμα σου


χωρίς – πόσο γυμνός ακόμα θα’ θελες να μείνω;


Μη με πιστεύεις, σε τίποτα μη με πιστέψεις.

Κι όταν εντάσσω τις στιγμές στα σίγουρα σχήματα μου


όταν ανασκευάζω το χαμόγελο σου


όταν αποκαλώ την ομορφιά φθαρτό περίβλημα


μην με πιστεύεις – κι όμως σου λέω την αλήθεια.


Δεν την αντέχω αυτή τη μάταιη ελπίδα


να επιζώ σε μια τυχαία σου σκέψη


μα κάθε βράδυ τη ζεσταίνω απ’ την αρχή.






υ.γ ατυχώς...αναπολήσαμε ερώτων αποτσίγαρα. Καλησπέρα!
read more “ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΣΕ ΒΛΕΠΩ (ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ)”

ΒΡΕΧΕΙ

Sunday, January 30, 2011



Βρέχει . Κάποιος ουρανός διψάει να αφήσει σημάδια στις στέγες μας, αλλιώς δεν εξηγούνται τα τόσα σπασμένα κεραμμύδια στη ζωή μου. Όχι, πως με φόβησαν ποτέ οι βροχοπτώσεις. Είχαμε πάντα έναν κοινό παρανομαστή να μας συντροφεύει στα σεφέρια μας. Τη βροχή κι εμένα. Και τις πτώσεις. Θα θέλαμε, βέβαια, κάποτε να τις ονομάζαμε πτήσεις, ίσα για να χαμογελάσει η ιδιοτροπία των ονομάτων , να στυλωθεί το κουράγιο πάνω σε κατορθώματα. Μα δε βαριέσαι , κανείς δεν μάς θυμήθηκε ποτέ με τα ''μικρά ''μας. Κρύβουν, άλλωστε, μια ένοχη μνήμη τα επώνυμα, γι'αυτό και δεν ενταφιάζονται κάτω απο το χώμα παρά υπόμενουν το επιτάφιο μαρτύριο στις πλάκες.
Μη με ρωτάς τί σχέση έχει η βροχή με το χώμα, σα να αναρωτιεσαι πάλι πως ερωτοτροπούν η ζωή και ο θάνατος. Είναι κι ο νόμος της βαρύτητας μια δυναστεία τυραννική κι ας ελπίζουν οι θνητοί  κάποτε πως θα αθετήσει τις υποσχέσεις του. 
Άν αναποδογύριζα το κόσμο, θα φαινόταν αστείο να κρεμάσω τη βροχή απο το χώμα ή απο τα δέντρα; Ανοησίες, σκέφτομαι, θα πλημμυρίσουν οι ουρανοί.
Δικαιοσύνη απαντώ, να τσακίσουν μια μέρα και τα δικά τους κεραμμύδια.
read more “ΒΡΕΧΕΙ”

ΠΡΟ- ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Monday, January 24, 2011


Με εικασίες στερούνται οι σκέψεις την αλήθεια
όπως οι καιροί αναθεωρούν το ανέφικτο.
 Σαν τις συντηρημένες δημοκρατίες
των  πόλεων που περιχαρακώθηκαν
πίσω από  μνήμες Τρωικές
κι εμπόλεμους επιλόγους,
επαναστατημένες ματαιώσεις
που ετάφησαν στη σιωπή.
Και λόγια πολλά περι εικασιών και άλλα δαιμόνια.
Για το νεκρό ποιός θα μιλήσει;


Είναι που επιμένεις να προδικάζεις
με υποθετικά αναρωτήματα την αύριο ,
λές και καμώθηκαν οι συντελεσμοί του κόσμου
υπο προυποθέσεις.
Προεικασίες μιας Ανατολής  απογεύματα βασιλεύοντος
Ηλίου στο γερμένο παράθυρο,  αντιδικίες
της σκέψης. Να ξεστρατίζεις απο τα παραπήγματα
του ολοφάνερου, να ανατρέχεις
στα «μήπως», «κι αν» ,
κάτι αδιαφιλονίκητες διαπραγματεύσεις των φόβων,
απολαμβάνοντας αναβολές.
Επι ματαίω η νεότητα. Κάποιος την αδειάζει
στους δρόμους για να ποτίζουν
τη δίψα τους τ'αδέσποτα. Τουλάχιστον
εκείνα πρόδωσαν τη σκέψη τους με υλακές,
δεν μόρφασαν στο θάρρος.

Κι είναι που σκέφτομαι
πως κάθε φορά που αναλογίζονται οι υποθέσεις
γεμίζει ο κόσμος ανάπηρες αλήθειες
κι εφησυχασμούς,  αποτροπιάζονται οι προσδοκίες
όπως εξακοντίστηκαν κάποτε οι ήρωες
στα θηκάρια των παλαιοπωλείων.
read more “ΠΡΟ- ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ”

ΕΤΕΡΟΝ ΟΥΔΕΝ

Εσύ που με μέτρησες τόσα χρόνια με γνώμονες μοιρών
κι ούτε μια ορθή γωνία δεν άφησες τη ζωή μου να στηρίζει.
Θα λέω λοιπόν πως  τη κατέδωσες σε κύκλους.
(ΙΚΑΡΟΣ ) 
read more “ΕΤΕΡΟΝ ΟΥΔΕΝ”

ANNUS MIRABILIS

Wednesday, January 12, 2011



Δίνω κι εγώ « μια »... στη χρονιά που πέρασε, έτσι για να θυμάται τη  κλωτσιά στο πισινό της. Έπειτα ντύθηκα τα καλά μου, έγδυσα όλες τις αιτίες απο ενοχές που κλυδώνισαν το 2010, στάθηκα κάτω απο το χρόνο, μέτρησα τους χτύπους, έκανα το κόλπο με την εκτόξευση, ανέβηκα στον πύραυλό μου και ....ωπ... Να'μαι, σέντρα στο νέο έτος. Παρθενογέννεση, που λένε. Κι εδώ δεν υπάρχει παρελθόν, μονάχα αφετηρίες, στιγμιότυπα απο μπομπίνες ριγμένες στο πάτωμα να σου θυμίζουν πως πέρυσι έκλαψες, πέρυσι ''πέθανες'', πέρυσι ίσως να παρανόμησες, ίσως να χρεωκόπησες, ίσως να ομφαλοσκόπησες. Φέτος όμως, καταφτάνεις στο προαύλιο του σχολείου, πρώτη μέρα αγιασμού. Δίχως χρωστούμενα μαθήματα, δίχως απουσιολόγια σταυρωμένα με τ'όνομά σου και τη ποδιά καθαρή απο αφορισμούς καθηγητάδων. Εύγε αγόρι μου. (Αμ δε.......)


Ώσπου κάποιος κάποτε , δεν μπορεί, θα σε προφτάσει με την αλήθεια πως οι χρόνοι δεν εναλλάσσονται, αρχοντά μου. Ούτε αφετηρίες πλέουν στη ρότα τους. Πάει να πει, πως κυλούν μέχρι τα τώρα σαν τρεχούμενο ποτάμι , που είπε κι ο σκοτεινός Ηράκλειτος, δίχως εκβολές σε θάλασσες κι αναχαιτισμούς. Να μου βρεις τον θεομπαίχτη που καταδίκασε τον κόσμο την προτεραία του Γενάρη ν'αλλάζουμε έτος, όπως τα φίδια τη στολή τους. Ποιός χρόνος βρε παραστρατημένε, που όλα σ'έναν χρόνο βαδίζουν απο τις απαρχές του ''λεοφωρείου «η Γης» '' ; Ένας γκαζιάρης χρόνος που δε λέει να βάλει φρένο στις αποστάσεις, να πάρει μιαν ανάσα πάνω στη μέρα, να ξαλαφρώσει η καρδιά του ανθρώπου, βρε αδελφέ. Ημερολογιακά αναθύματα, απόπειρες να τον στοιβάξουμε  σε νούμερα και γιορτές, λες και θα ματώσει το χθες άμα ξεχάσεις τη χρονολογία. Κι εκείνος ο έρμος ο ενθουσιασμός που καλπάζει στις χώρες σαν αλλάξει η ετήσια φορεσιά, καμώματα ανθρώπινα λες και πανηγυρίζεις την πάταξη του θανάτου. « Απο φέτος», σου λέει, « θα γίνω καλύτερος». Έπεα πτερόεντα, κυβερνήτα , την πάτησες, σα να λέμε. Αλλά την έχεις ανάγκη την πουτάνα την αρχή, όπως έχεις ανάγκη και το τέλος να σου δηλώνει αναπαημό, αλλιώς δεν θα βάζαμε τελείες και κεφαλαία στα γραπτά μας ματαιοδοξήματα. Κι εγώ την έχω. Αλλά τον γκαζιάρη το χρόνο δε χωνεύω, γιατί μου ξεχερσώνει τη λογική. Κι όσο καταφτάνω να τον ''παιδεύω''  με το μυαλό μου σαν ουράνιο θόλο, άλλο τόσο γυρεύω να τον κάνω κομμάτια, να του βάλω σημάδια να μη χαθεί το μάτι στα κυανά του ρουμάνια.
Δεν ξαναγιορτάζω αλλαγές ετών, το πήρα απόφαση. Λέω πως εκείνη την ημέρα θα πίνω στην αιωνιότητα. Έτσι για του γούστου την αλήθεια. Για κείνη την αιωνιότητα που δεν τεμαχίζεται απο κανέναν μεθυσμένο πλανητάρχη, απο κανέναν ξυλοκόπο, που δεν χωράει στα μάτια και στις ψυχές των ανθρώπων. Δεν ζυγιάζεται στα βιβλία. Μονάχα αλητεύει, ποιός ξέρει πόσες και πόσες...μέρες, οργιές αιώνων κάτω απο τη θάλασσα.
Στην υγειά της αιωνιότητας, λοιπόν. Και όχι , φέτος δεν θα γίνω καλύτερος. Πάρα θα πάψω να βάζω σηματωρούς στη ρότα μου, μπας και μπορέσω του λόγου μου να τιθασσέψω το χρόνο.

*Εσαεί τα σπουδαία (περιπαίζω τη φράση)


read more “ANNUS MIRABILIS”
 
Google Analytics Alternative