- Πώς βαστάνε οι άνθρωποι δίχως φίλους, είπες.
Κι εγώ εκεί σιωπηλή, πίσω απο μιαν άλλη γραμμή, αιώνες μακριά, χρονια κουβάρια και λέξεις -λέξεις πού σβήναν ψιθυριστά ,εκείνο πού ποτέ δεν θα ειπωθεί:
- Πώς βαστάνε οι άνθρωποι, μέσα σ'ένα κύκλο απο φίλους και ζεσταμένες αγγαλιές, την καρδιά τους ξένη και μονάχη να βαδίζει ;
Πές μου πώς βαστάνε; Μα δε μίλησα.