μά τούτα τα λόγια μού φτάνουν για επίλογο...
''Γιατί τόσους φακέλους έλαβα γεμάτους σύννεφα και θύελλες
Πού διψώ ένα στόμα να μού πεί: ουρανός, και να πλεύσουμε μαζί
στο δέλτα των ελπίδων...''
Προσανατολισμοί- Ελύτης
Καταφεύγοντας στην αλήθεια, πως ''η γραφή υπάρχει ως επανάσταση''.
Πού τώρα πιά μπορώ να ανασάνω πάνω στα σκαλοπάτια
της σκέψης μου: εκείνο το βράδυ σαν ακούμπησαν τα δάχτυλά μας σε μια
βρεγμένη πανσέληνο,
ξέχασα να σε ρωτήσω για την αύριο. Τόσο η πλήθινη
νύχτα
τόσο εγώ κι εκείνο τ'ακρογυάλι πήραμε ν'
αποξεχνιόμαστε στο προσκεφάλι σου. Κι όλες ετούτες οι ανασφάλειες π' άναπαημό
δεν βρήκαν τόσες μέρες,
έβγαλαν ρίζες μες της ψυχής το περιβόλι . Ναι, μωρέ, είπα να
γίνω κι εγώ σαν τους άλλους, κουράστηκα μονάχη να τσαλαβουτώ στα ηλιοβασιλέματα,
μα τώρα που΄ξέφτισαν τα πείσματα απο τα φουστάνια μου κι εκείνος ο ''αποστάτης της
μοναξιάς'' βαρέθηκε το κουφάρι μου να συντροφιάζει, είπες να λιγοστέψεις τη μορφή
σου. Καλά μού'κανες, αρχοντά μου. Καλά μού κάνουν και της ζωής τα παραμύθια σαν
με περιγελούν . Τί νόμιζες πώς θα δακρύσω;
Μονάχα πού πείσμωσα με το χαμόγελό σου, πείσμωσα και με μένα
πού μ'έβγαλες απ'τη ρότα μου κι έμενα ν'αναρρωτιέμαι πόσο μολαίνει ο έρωτας τον
άνθρωπο και τη μιλιά του, πόσο ακάνθινο είν το στεφάνι πού φορεί στα στάχυα του
κι εγώ... Εγώ τίποτα. Απο κείνα πού έμαθα να παλεύω άλλο τρόπο δεν έχω παρά να
κοιμάμαι στο πλάι τους. Εσύ να δώ πως θα ξεφύγεις. Στη θάλασσα...
Εγώ δεν έχω θάλασσες να νανουρίζουν τη σκέψη
μου.
Λέω να τού δίνω, αρκετά με τα παραμύθια και τα χαμόγελά τους,
φαίνεται πώς κι εκείνα διαλέγουν τους ήρωες με περισυλλογή. Πώς το'λεγε
η Κατερίνα Γώγου εκείνο το ''απόστιχο''... '' Πού λες, γυρίζω
ξυπόλητη σ'έναν κόσμο πού θέλω ν'αλλάξω, αφήνοντας ματωμένα χνάρια στο πέρασμά
μου.''
Μαλακίες... μονάχα το μυαλό μου ματώνει κι η ψυχή, άστην αυτή
... ζαρώνει πίσω απο των φόβων τις οπές. Να γελάσω μπορώ...
Να δακρύσω ξέχασα, πώς θα ξορκίσω τον έρωτα; Με κοντυλιές πάνω
στους τοίχους...(;)Σώθηκε το μελάνι
μα εγώ κουράστηκα.
* Οδ. Ελύτης- Προσανατολισμοί
Γυναῖκα, πεῖσμα τῆς Ἀσίας
Εἶσαι μία ἤπειρος τοῦ στήθους ἀπ᾿ τὸ βάθη τῶν φυλῶν
εἴσαι πλανόδια σὰν τὸ φεγγάρι
ὁ πόνος εἶναι πλόκαμος κ᾿ ἡ ἀγάπη σου ὑδράργυρος
γυναίκα, πεῖσμα τῆς Ἀσίας.
Ὅταν ἀφήνεις ἕνα βλέμμα στὶς κοιλάδες νὰ ὡριμάζει
καθὼς οἱ ἄνεμοι τὸ ταξιδεύουν ὡς τὰ ὕψη
νέμεσαι κλαδιὰ καὶ χύνεις δηλητήρια μέσ᾿ στὸ φεγγάρι.
Μόνη σὰ φόνος κατοικεῖς τὴ συνείδηση
συνωμοτώντας ἀντίκρυ στὶς θεότητες τῶν πουλιῶν
ἐσὺ μὲ μαῦρα ποταμικὰ μαλλιὰ
ἐσὺ πάλι καὶ πάλι μὲ σκοτεινὰ μάτια.
Λέω στὸν ἥλιο νὰ σταθεῖ χωρὶς τὴν ἀγαθότητα
σχίζοντας τὸ μεγάλο χρῶμα τοῦ ὀνείρου
στὸν ἥλιο νὰ σὲ πολεμήσει μὲ βοερὸ θειάφι
καὶ νὰ γκρεμίσει ὅλη τη θύμηση ποὺ μὲ παιδεύει.
Νὰ οἱ καιροὶ στὰ βήματά σου μ᾿ ἔφεραν
οἱ φυτικοὶ δεινόσαυροι τὰ οὐράνια πλάτη
μιὰ δέσμη χαλαρὴ τοῦ αἵματος ἕτοιμη νὰ σκορπίσει
τότε ποὺ φώναζα δίχως ἀπόκριση: Θέλω νὰ γίνω γαλάζιος.
Ἦρθες νὰ μείνεις ὡς τὸ θάνατο
μὲ πορφυρὲς ἀνταύγειες ἀπ᾿ τὰ μέλη
ρώτησα μὰ δὲν ἔμαθα ποὺ βρῆκες τὸ σκοτάδι
σὲ μυστικὰ ρυάκια κλειδώνεις τὸν ἦχο σου
μόνη μὲ τὴν ἐκρηκτικὴ φωνὴ τῆς σιωπῆς.
Ἦρθες νὰ μείνεις ὡς τὸ μακρινὸ χάραμα
σώματα πέρασες ἀκόμη ταξιδεύεις.
Ἐγὼ δὲν ἔζησα κ᾿ ἡ ὀμορφιὰ τῆς Ἀττικῆς εἶν᾿ ὅλο τὸ ταξίδι μου
Σὲ τόσους καημοὺς τραγουδώντας
δὲν ξέρω τ᾿ ὅπλο τῆς λησμονιᾶς.Νίκος Καρούζος
Online now: |
Copyright © 2010 *Η ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ ΚΙ ΕΝΑ ΣΥΝΝΕΦΟ*
Blogger Templates by Splashy Templates