Saturday, December 13, 2008


Στις 9 το βράδυ διάφορες ομάδες νεολαίας θα συγκεντρωθούν στη κεντρική πλατεία στο Γκάζι, μπροστά το Μετρό Κεραμεικού με σκοπό να ενημερώσουν τους νέους για τα τρέχοντα γεγονότα. Σύνθημα τους «σας θέλουμε μαζί μας». Αμέσως μετά θα ακολουθήσει πορεία μέχρι την πλατεία Ομονοίας μέσω της οδού Πειραιώς.


Θα είμαστε όλοι εκεί.


υ.γ Ένα Σάββατο μπορείς να αφήσεις παράμερα τις γόβες και τα λαμπερά σου φορεματάκια. Σωστά;;
read more “ ”

ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ

Thursday, December 11, 2008


Pardon me, lords and ladies,
if i do not think of myself
as the disease.
Pardon me if i receive the Holy spirit
without telling you about it.
Pardon me,
Commissars of the West,
if you do not think
i have suffered enough.

L. Cohen ( Book of Longing)


-Αφήστε με , είπε να πεθάνω ήσυχη.
Κι απο τότε γύρεψα τα χλωμά της τα χέρια, σε δρόμους, σε πλατείες σε φανοστάτες σε εκκλησιές. Κι άλλοτε πάλι την είδα γυμνή να περιφέρεται μέσα σε παλιους καφενέδες στα κοινοβούλια των ''αθανάτων'', σε τοίχους μισοφαγωμένους, στα χέρια των παιδιών και των μεγάλων, στα ματωμένα ρούχα στρατοφόρων... Λιποτάκτησε, είπα, με ένα ανθάκι λεμονιάς φορεμένο κατάσαρκα και πήρε να μπλαβίζει η μέρα, όπως στα ακρογυάλια των ουρανών, και στις κόχες των ματιών του Ποιητή.
-Αφήστε με, είπε, να πεθάνω ήσυχη, όπως πεθαίνουν τα ηλιοβασιλέματα προτού τα αποτελειώσει το γιόμα της μέρας.
Και πήρα να την αναζητώ στα δίκοχα των στρατευμένων,στις λασπωμένες σόλες των ανθρώπων. Πάντα απόσωνα στα χερια μου ένα κουρελάκι μυρουδιά, όπως μένει στα υφάσματα των πεθαμένων η στερνή τους ανάσα. Ναυαγισμένα συντρίμμια, μονολογούσα, και πήγαινα παρακάτω.
Οι καιροί αλλάζουν, όπως τα μέτωπα των παιδιών πλαταίνουν πάνω στο χρόνο κι εσύ δεν μποραγες να σηκώσεις το κεφάλι απο τα χαρτιά σου. Ποιητή, γραφιά, λαμνοκόπε των ονείρων,΄Ανθρωπε. Έριξες την άγκυρά σου σε ένα λιμάνι, αιώνες τώρα κι είπες εδώ το απάγγιο μου, εδώ η Κίρκη μου, εδώ τα γηρατειά μου. Όπως δεν μπόρεσες ν'αντικρύσεις ποτέ τον θάνατο και τα στερνά σου, όπως δεν κοίταξες κατάματα τον Ήλιο , έτσι και στα τώρα, ξεχάστηκες πως οι καιροί αλλάζουν. Δεν βαστάνε οι λέξεις οι παλιές, χνοτίστηκαν απο το χρόνο, δεν βαστάνε τα λόγια και τα κρίματα και οι νόμοι που εφηύραν οι προγόνοι σου. Δεν έμαθες να σκοτώνεις τους προγόνους σου. Για τούτο κράτησες τα κοιμητήρια μέσα στα σπίτια για τούτο έσπειρες ελαιώνες κι ήπιες το χυμό τους... Ότι ήξερες πεθαίνει. Δέξου το. Σκύψε το κεφάλι και προχώρα.
Η Δημοκρατία πεθαίνει. Όπως πεθάνανε τα χέρια που την κάρπωσαν, τα στόματα που την τραγούδησαν , οι λέξεις που κέντησαν τα σώθικά της. O Σοσιαλισμός έσβησε μαζί με τη Σταύρωση πάνω στην ανατολή της ασυδοσίας κι όταν το βλέμα σκόρπισε το λαγαρό του πυθμένα. Δεν βαστάνε οι καιροί τούτο το σαρακοφαγωμένο σώμα. Τί είναι αυτό που αρνείσαι να δεις;; Σκέφτηκες ποτέ;; Πεισμώνεις και ρίχνεις το πείσμα σου πάνω στην καταστροφή, αρνείσαι την παραδοχή μιας λέξης που πάντα στάθηκε μπασταρδεμένη πλάι στις ανάσες των ανθρώπων. Ψάξε στα κιτάπια σου τούτο που ξεστομίζεις Δημοκρατία, τόυτο το κορίτσι που αποταυρίζεται κάθε πρωί πλάί στον άγνωστο στρατιώτη , ψάξε στα πισωπατήματα του χρόνου, κι αν την έβρεις να στέκει ατόφια σαν το χρυσάφι, έλα και λιθοβόλησε με .
Γινήκαμε πολλοί πάνω σε τούτον τον πλανήτη, αρμαθιές ανθρώπων, στρατιές απο σώματα κι η Δημοκρατία δεν ζήτησε ποτέ τον όχλο. Μια πουτάνα πολυτελείας υπήρξε σε όλη της τη ζωή που αγαπήθηκε, μα κοιμήθηκε στα κρεβάτια των λίγων . Κι εσύ βαυκαλίζεσαι πως θα την κάμεις πόρνη. Μα τα χατήρια δεν στα κάμει, κι ένα σου λέω. Άστη να φύγει, όπως της αξίζει, για να μπορέσει να ξανάρθει. Κι άσε τις μέρες να φέρουν όσα οι Θεοί ονόμασαν πλήρωμα,όσα οι ανθρώποι θερισμό, όσα η γη αξίζει. Τούτη η πραμάτεια μας, φτωχή κι αρματωμένη, μα θέλει δέσιμο. Η Δημοκρατία δεν δένει. Λύνει τους κάβους, μυρίζει θάλασσα και τα μυαλά των ναυτικών δεν μένουν στα αμπάρια, αμολάνε φτερά , διαβαίνουν τον ορίζοντα.
Θαῤθουν μέρες, που θα ακούσεις για άλλα πολιτεύματα. Θαῤθουν μέρες, που θα βρεις νόμους λακωνικούς σαν συνθήματα πάνω σε τοίχους. Άστους ναῤθουν και να φύγουν όταν δεν θα αντέχει η καρδιά να τους βαστάξει. Γιατί ήρθε η ώρα να εκτιμήσεις όσα πλανηθηκες πως ήσαν δεδομένα κι όσα δεν στάθηκες ικανός να τα σπείρεις παραπέρα. Πολέμα, όσο θες, μα όσα σου λέγω τώρα θα γίνουν, τίποτα δεν ξεγράφεται από τους ουρανούς κι αν έμαθα να τους διαβάζω είναι γιατί δέχτηκα το θάνατο. Όσο έσυ δεν ξεκόρμισες απο τη ζωή ποτέ σου.
Αφήστε τη Δημοκρατία να πεθάνει στην ησυχία της. Αρκετά την σκοτώσατε, αρκετά τη λιθοβολήσατε, αρκετά την πληγώσατε με τα στόματά σας, αρκετά την νεκραναστήσατε. Αφήστε την Δημοκρατία να πεθάνει όπως της αξίζει.

Τουλάχιστον εγώ, θα ξέρω, πως δεν την πετροβόλησα ποτέ μου. Μονάχα της έκλεισα τα μάτια.
read more “ΑΦΗΣΤΕ ΜΕ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ”
 
Google Analytics Alternative