Λοιπόν, για πες μου, σε χειροκρότησαν; Εκεί που πήγες λέω, σε
χειροκρότησαν; Δεν μπορει, σαν άκουσαν εκείνη τη φράση σου '' η μελανείμων κόρη
του αιώνα μας'' ..ώ, τι μεγαλειώδης λέξη, κι εκείνη η ανάσα σου, τα χέρια
σου σαν ψαύανε τις γραμμές. Μα, θα πρέπει να ήσουν υπέροχος καλέ μου. Τελικά, η
ποιηση είναι το χειροκρότημα. Είναι οι ξεχασμένες ομπρέλες πάνω στα καθίσματα
κάποιας χνοτισμένης αίθουσας, τα τυροπιτάκια παγωμένα, whisky με πάγο . Τα
χαμόγελα, μα ναι, ξέχασα τα χαμόγελα και η αδημονία που κρέμεται στα στόματα σαν
χασμουρητό. Αδημονία. Όχι, δεν είπα υπνηλία. Με συγχωρείτε. Πώς θα μπορούσα!!
Το τραπεζάκι, πάνω τα βιβλία- ανάγλυφα εξώφυλλα- ce magnific -
'' εδώ παρακαλώ'', κι εκείνη η μελωδία στο πιάνο χόρευε δίπλα στις λέξεις σου,
καλέ μου, δεν θυμάμαι πως είπε πως λεγόταν κι ένας αριθμός, ω ζαλίστηκα. Ο
πρόεδρος... , η σύζυγος..., ο Πρέσβης..., βουλευτής προς το παρόν Β
Αθη.... Αύριο όλες οι εφημερίδες. Χαμογελάστε... με κείνο το δρεπάνι που κάποτε
κρεμάσατε στα χέιλη σας. Ναι, μη μασάτε ταυτόχρονα. Δεν είναι
πρέπον.
Μη ξεχάσουμε... τις λεζάντες που θα γίνουν σκιά σου '' ποιητής-
συγγραφέας - νομίζω αν θυμάμαι καλά πως είναι το ίδιο - .....'' και τη
φωτογραφία να διαβάζεις Ελύτη - Μπρετόν- Ελυάρ ( την Κική ξέχασα..) στο γραφείο
σου απο αφρικάνικο ξύλο.
''Αγάπη... ναι στο τάφο σου θα σκαλίσω με χρυσοποίκιλτη κλωστή
τη λέξη '' ποιητής''. Μην κλάψεις σαν τα εγγόνια σου ξεχάσουν το καντηλάκι σου
σβηστό και φάνε το αφρικάνικο ξύλο. Άλλες εποχές. Κι εσύ δεν μπόραγες ούτε
στις δικές σου να στεριώσεις ρίζες. Αλήθεια, ''εκσπερμάτωσες'' ποτέ
;
ΙΔΙΟΤΙΣ: ΠΟΙΗΤΗΣ
Friday, August 1, 2008
Αναρτήθηκε από ****** ***** ****** στις 10:26 PMWednesday, July 30, 2008
Αναρτήθηκε από ****** ***** ****** στις 10:06 PMΈνα χαμόγελο...που έχω ακόμη την ανάσα σου στο πλάι μου. Απόψε δεν υπάρχουν φαντάσματα πίσω απ'τις καμινάδες, τα δέντρα. Μονάχα εσύ κι εγώ.
Και τα όνειρά μας να στήνουν χορό πάνω σε συρματοπλέγματα των ανθρώπων. Κρεμασμένα στα σχοινιά δίπλα στ'ασπρόρουχα κι ένας άνεμος όλο θυμό ξεκλέβει τη μυρωδιά σου.
Κρατώ τα λεπτά της ευτυχίας. Όσο άλλοι αργυρά νομίσματα. Δεν μετρώ. Μονάχα αφουγκράζομαι σταγόνες και ρινύσματα σαν αποξεχνιέται ο ήχος πάνω στη σκέπη μου. Βροχή και τούτη σήμερα, όλο καμώματα σταλάζει τη στέρφα γη. Απεγνωσμένες προσπάθειες να θυμωνιάσω τα στάχυα της στις χούφτες. Και χύνεται η σιωπή με απελπισία πίσω απο τα πορτόφυλλα της μέρας...
ONLY IF I...
Monday, July 28, 2008
Αναρτήθηκε από ****** ***** ****** στις 3:39 PMΣήμερα κι άλλες 10 .
Νύχτες.
Μετρώ,
πάνω σε σεντόνια που ξέφτισαν στων χρόνων,
τις ερωτοτροπίες,
τους ψίθυρους στα σκαλοπάτια , σαν ξαποσταίνουν πάνω στη πέτρα
την πρύμνη που σκάλιζες για να χαράξεις περάσματα στη θάλασσα .
Το ηλιοβασίλεμα, φίλε μου. Κι εκείνες οι μπογιές σαν έπεσαν απ'τα χέρια σου γινήκανε κουπιά. Κι είπες τούτα θα γίνουν τα πινέλα πάνω στα χέρια των ανθρώπων.
Άλλοι γύρευαν φτερά στις πλάτες τους, άλλοι κουπιά στα χέρια τα χλωμά.
Άλλοι πινέλα.
Ποιός ήρθε εκείνες τις μέρες στους στεργιανούς να μιλήσει για κύμματα, ήταν τις ώρες που είδα στα μάτια να λεφτερώνεται σκιαγμένη η κόχη -σαν χυμένο μολύβι- κι έπειτα στη στέγη τ'ὀυρανού να κρεμάει τον ίσκιο της. Μολυβένιο το φεγγάρι ετούτες τις μέρες. Σκιαγμένο.
Δεν το είδες, μονάχα σαν σού απόσωνα τα σημάδια στις χούφτες σου, χαμογέλαγες , τα πέρναγες λέει για βότσαλα. Κι ύστερα , τα πέταγες σε κάποια θάλασσα. Ποτέ μακρυά, φοβόσουν μη ναυαγήσουν τα καράβια απ'την πετριά που λάχτιζε το χέρι σου.
Ναυάγια τα μάτια σου. Ποιός φοβήθηκε για χάρη σου.
Σταθήκαμε να ξαποστάσουμε λίγο τη σιωπή που κένταγε όλη νύχτα τα πρόσωπά μας. Μας έπιασε ένα γέλιο αλαργινό και κάθε που έβρεχε ο ορίζοντας τον ήλιο, χαιδέυαμε την ηχώ που άλλη κραυγή δεν είχε. Μα γέλιο δεν θύμιζε. Κάτι σαν κύμα. Σαν συριγμός. Μα γέλιο δεν θύμιζε.
Την τελευταία φορά που σ'ἀντίκρυσα ....είχες έναν ανθισμένο κήπο κρυμμένο στον κόρφο σου και στα μάτια θέριευαν φλόγες κίτρινες , σαν χειμωνιάτικο πρωινό. Έκανες να φύγεις.
-Μη φύγεις.
Τώρα κρατώ το διακαμό σου. Αύριο...εσύ.
Αθήνα
Καλοκαίρι, 2011
read more “ONLY IF I...”
Νύχτες.
Μετρώ,
πάνω σε σεντόνια που ξέφτισαν στων χρόνων,
τις ερωτοτροπίες,
τους ψίθυρους στα σκαλοπάτια , σαν ξαποσταίνουν πάνω στη πέτρα
την πρύμνη που σκάλιζες για να χαράξεις περάσματα στη θάλασσα .
Το ηλιοβασίλεμα, φίλε μου. Κι εκείνες οι μπογιές σαν έπεσαν απ'τα χέρια σου γινήκανε κουπιά. Κι είπες τούτα θα γίνουν τα πινέλα πάνω στα χέρια των ανθρώπων.
Άλλοι γύρευαν φτερά στις πλάτες τους, άλλοι κουπιά στα χέρια τα χλωμά.
Άλλοι πινέλα.
Ποιός ήρθε εκείνες τις μέρες στους στεργιανούς να μιλήσει για κύμματα, ήταν τις ώρες που είδα στα μάτια να λεφτερώνεται σκιαγμένη η κόχη -σαν χυμένο μολύβι- κι έπειτα στη στέγη τ'ὀυρανού να κρεμάει τον ίσκιο της. Μολυβένιο το φεγγάρι ετούτες τις μέρες. Σκιαγμένο.
Δεν το είδες, μονάχα σαν σού απόσωνα τα σημάδια στις χούφτες σου, χαμογέλαγες , τα πέρναγες λέει για βότσαλα. Κι ύστερα , τα πέταγες σε κάποια θάλασσα. Ποτέ μακρυά, φοβόσουν μη ναυαγήσουν τα καράβια απ'την πετριά που λάχτιζε το χέρι σου.
Ναυάγια τα μάτια σου. Ποιός φοβήθηκε για χάρη σου.
Σταθήκαμε να ξαποστάσουμε λίγο τη σιωπή που κένταγε όλη νύχτα τα πρόσωπά μας. Μας έπιασε ένα γέλιο αλαργινό και κάθε που έβρεχε ο ορίζοντας τον ήλιο, χαιδέυαμε την ηχώ που άλλη κραυγή δεν είχε. Μα γέλιο δεν θύμιζε. Κάτι σαν κύμα. Σαν συριγμός. Μα γέλιο δεν θύμιζε.
Την τελευταία φορά που σ'ἀντίκρυσα ....είχες έναν ανθισμένο κήπο κρυμμένο στον κόρφο σου και στα μάτια θέριευαν φλόγες κίτρινες , σαν χειμωνιάτικο πρωινό. Έκανες να φύγεις.
-Μη φύγεις.
Τώρα κρατώ το διακαμό σου. Αύριο...εσύ.
Αθήνα
Καλοκαίρι, 2011
Sunday, July 27, 2008
Αναρτήθηκε από ****** ***** ****** στις 3:15 AM''Δεν θέλω ανεμώνες κόκκινες, μαβιές και άσπρες, θέλω
να χώσω τη μούρη μου μες τα μαλλιά σου, που'ναι
σα χόρτα στην άκρη του ποταμού.''
Μ. Χατζηλαζάρου
read more “
”
να χώσω τη μούρη μου μες τα μαλλιά σου, που'ναι
σα χόρτα στην άκρη του ποταμού.''
Μ. Χατζηλαζάρου
Subscribe to:
Posts (Atom)